Home Greece ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Δύο επικίνδυνοι συνέταιροι

Ο Νέο-οθωμανικός Ιμπεριαλισμός και ο παράνομος γερμανικός εξοπλισμός της τουρκικής πολεμικής μηχανής

Εν μέσω απειλών και εκβιασμών της Άγκυρας, το Βερολίνο συνεχίζει να παίζει ένα επικίνδυνο παιγνίδι, που απειλεί να μετατρέψει τον Ταγίπ Ερντογάν σε ρυθμιστή των ισορροπιών και συσχετισμών, όχι μόνο στο ΝΑΤΟ στο οποίο συμμετέχει με δικαίωμα βέτο η Τουρκία, αλλά και της ίδιας της ΕΕ, της οποίας είναι υποψήφιο μέλος με μηδαμινές πιθανότητες να καταστεί πλήρες μέλος.

Νίκος Μελέτης*

Στο Συμβούλιο Υπουργών στις Βρυξέλλες (Δευτέρα 7/12) ο Γερμανός ΥΠΕΞ κρατήθηκε στο παρασκήνιο, αφήνοντας την Ιταλία να παίξει το ρόλο του «κακού» απέναντι στην Αθήνα και στη Λευκωσία, καθώς ο Ιταλός ΥΠΕΞ εμφανίστηκε ως υπέρμαχος των τουρκικών συμφερόντων και θέσεων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ιταλία όχι μόνο ηγήθηκε της προσπάθειας απόρριψης των προτάσεων για κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας αλλά διαφώνησε ακόμη και για στοιχειώδεις κινήσεις που θα έσωζαν την αξιοπρέπεια και την αξιοπιστία της ΕΕ.
Η Ιταλία έσπευσε να απορρίψει τις εντελώς μετριοπαθείς προτάσεις για «γεωγραφική επέκταση» των υπαρχόντων κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας και σε περιπτώσεις προσώπων και εταιριών που ενέχονται σε παράνομες δραστηριότητες πέραν της Κυπριακής ΑΟΖ και στην Ανατολική Μεσόγειο συνολικά (ώστε να καλύπτουν και τις παράνομες δραστηριότητες στην Ελληνική υφαλοκρηπίδα), αλλά αντέδρασαν και στην εντελώς δικαιολογημένη και νομιμοποιημένη απαίτηση της Κύπρου, για διεύρυνση των κυρώσεων σε μερικά ακόμη πρόσωπα και εταιρίες της Τουρκίας.
Και εάν το επιχείρημα των Γερμανών για την Ελλάδα είναι, ότι το «Oruc Reis» αποσύρθηκε από την ελληνική υφαλοκρηπίδα, για την Κύπρο φυσικά το γεγονός ότι το «Barbaros» συνεχίζει να πραγματοποιεί παράνομες έρευνες στην Κυπριακή ΑΟΖ, εκθέτει όσους υπονομεύουν τη διεύρυνση και σκλήρυνση των κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας, καθώς οι κινήσεις αυτές, απλώς δίνουν μηνύματα ανοχής και ενθαρρύνουν τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας και το Νέο-οθωμανικό ιμπεριαλισμό του Ταγίπ Ερντογάν.
Οι Γερμανοί είναι προφανές, ότι αναλόγως των εξελίξεων είτε θα προσφέρουν κάτι από αυτά που σήμερα απορρίπτουν οι «λαγοί» Ιταλοί, είτε θα προβάλουν ως προσφορά κάτι που είναι αυτονόητο (όπως η επανάληψη της απόφασης του Οκτωβρίου, με «απειλή» για επιβολή μέτρων σε περίπτωση νέας υποτροπής της Τουρκίας), είτε θα συνδέσουν την οποιαδήποτε προοπτική κυρώσεων με την έκβαση ενός ελληνοτουρκικού διαλόγου στο «καλούπι» που επιδιώκει και προτείνει η Άγκυρα. Ένα διάλογο εφ’ όλης τη ύλης και επί όλου του φάσματος των τουρκικών διεκδικήσεων εις βάρος της χώρας μας.
Η Γερμανία όμως είναι εκτεθειμένη για το ακόμη πιο σοβαρό θέμα, αυτό της πώλησης εξοπλισμών στην Τουρκία. Στις 14 Οκτωβρίου 2019 το Συμβούλιο Υπουργών ανέφερε στην απόφαση του: «Τα κράτη-μέλη δεσμεύονται να υιοθετήσουν ισχυρές εθνικές θέσεις όσον αφορά την πολιτική τους για τις εξαγωγές όπλων στην Τουρκία με βάση τις διατάξεις της κοινής θέσης 2008/944/ΚΕΠΠΑ για τον έλεγχο των εξαγωγών όπλων, συμπεριλαμβανομένης της αυστηρής εφαρμογής του κριτηρίου 4 για την περιφερειακή σταθερότητα…».
Για την απόφαση αυτή υπήρχε συγκεκριμένη νομική βάση, η οποία είναι δεσμευτική για όλα τα κράτη-μέλη, καθώς αφορά την ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ 2008/944/ΚΕΠΠΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 8ης Δεκεμβρίου 2008 για τον καθορισμό κοινών κανόνων που διέπουν τον έλεγχο των εξαγωγών στρατιωτικής τεχνολογίας και εξοπλισμού.
Η Κοινή Θέση αφού διακηρύσσει την αποφασιστικότητα των κρατών-μελών να μην εξάγουν οπλικά συστήματα που μπορεί να χρησιμοποιήσουν, είτε για εσωτερική καταστολή ή διεθνείς επιθετικές ενέργειες ή να συμβάλουν σε περιφερειακή αποσταθεροποίηση, θέτει και μια σειρά συγκεκριμένους όρους. Άδειες εξαγωγής δε θα πρέπει να χορηγούνται, εάν αντιτίθενται στη «διασφάλιση περιφερειακής ειρήνης ασφάλειας και σταθερότητας. Τα κράτη-μέλη δε χορηγούν άδεια εξαγωγής, εφόσον υπάρχει σαφής κίνδυνος ο επίδοξος αποδέκτης να χρησιμοποιήσει την προς εξαγωγή στρατιωτική τεχνολογία ή τον εξοπλισμό επιθετικά έναντι άλλης χώρας ή για να υποστηρίξει διά της βίας εδαφικές διεκδικήσεις έναντι γειτονικής χώρας.
Σε άλλο άρθρο, καλούνται τα κράτη-μέλη να λαμβάνουν υπόψη την ενδεχόμενη επίδραση τής προς εξαγωγή στρατιωτικής τεχνολογίας και εξοπλισμού στα «συμφέροντα άμυνας και ασφάλειας των ιδίων καθώς και άλλων κρατών-μελών και των φίλιων και συμμάχων χωρών, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι αυτός ο παράγοντας δεν επηρεάζει την εφαρμογή των κριτηρίων που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη διασφάλιση της περιφερειακής ειρήνης, ασφάλειας και σταθερότητας».
Και επίσης τον «κίνδυνο να χρησιμοποιηθεί η στρατιωτική τεχνολογία ή ο εξοπλισμός κατά των δυνάμεών τους ή των δυνάμεων άλλων κρατών-μελών και των φίλιων και συμμάχων χωρών».
Είναι προφανές, ότι το Βερολίνο και η κ. Μέρκελ θα έχουν να απαντήσουν σε πολλά ερωτήματα και έναντι της ΕΕ αλλά κυρίως απέναντι στην ίδια τη Ιστορία, εάν επιμείνουν στην επιλογή της στήριξης με κάθε τρόπο της Τουρκίας. Και θα είναι υπόλογοι, όταν θα κληθούν να απαντήσουν όχι μόνο γιατί δε συνέβαλλαν στη διαμόρφωση μιας ευρωπαϊκής αποτρεπτικής πολιτικής στο νέο-οθωμανικό ιμπεριαλισμό του Τ. Ερντογάν, αλλά γιατί συνέβαλαν απροκάλυπτα και συνειδητά στην ενίσχυσή του, ώστε να είναι σε θέση να επιτεθεί σε κράτη-μέλη χρησιμοποιώντας τους παράνομους γερμανικούς εξοπλισμούς. Όπως είναι η πώληση των 6 γερμανικών υποβρυχίων Τύπου 214 στην Τουρκία.

*Ο Νίκος Μελέτης είναι απόφοιτος του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών της Νομικής Σχολής Αθηνών. Άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος το 1987. Από το 1990 καλύπτει το διπλωματικό ρεπορτάζ, αρχικά στην ΕΡΤ και κατόπιν και στην εφημερίδα «Έθνος». Αρθρογραφεί στο liberal.gr και στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος».

Featured Local Savings

Exit mobile version